- μυελοκήλη
- Βαριά μορφή δισχιδούς ράχης κατά την οποία μέρος του νωτιαίου μυελού προεξέχει κάτω από το δέρμα της πλάτης.
* * *ηιατρ. ποικιλία δισχιδούς ράχεως που χαρακτηρίζεται από προβολή τού νωτιαίου μυελού έξω από τον σπονδυλικό σωλήνα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. myelocele (< μυελός + κήλη)].
Dictionary of Greek. 2013.